των Ανδρέα Αλεξάνδρου* και Νίκου Τιμοθέου
Η Κύπρος δυστυχώς δεν ευτύχησε να διαμορφώσει και να υλοποιήσει μια σύγχρονη, καινοτόμο και φιλόδοξη ενεργειακή πολιτική.
Συνοπτικά, η μέχρι τώρα ενεργειακή πολιτική της Πολιτείας επικεντρωνόταν στην ανάπτυξη ενός μεγάλου και σύγχρονου σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ΗΕ) στο Βασιλικό που θα λειτουργούσε με υγροποιημένο φυσικό αέριο και ενός μικρότερου σταθμού στη Δεκέλεια που θα λειτουργούσε με φυσικό αέριο, το οποίο θα μεταφερόταν από τη μονάδα αποϋγροποίησης του Βασιλικού. Η ένταξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα αποτελούσε ένα μικρό μέρος των αναγκών ενέργειας. Η ίδια πολιτική προνοεί τη δημιουργία ενός Ενεργειακού Κέντρου που θα φιλοξενήσει τα αποθέματα καυσίμων του κράτους, τα αποθέματα των πετρελαϊκών εταιρειών και τη μονάδα αποϋγροποίησης φυσικού αερίου. Γεωγραφικά το Κέντρο τοποθετείται στον ίδιο χώρο με τον ηλεκτροπαραγωγό σταθμό του Βασιλικού!
Οι συνέπειες αυτής της πολιτικής μετά την καταστροφή του σταθμού στο Βασιλικό βεβαίως ομιλούν αφ’ εαυτών! Εκτός από την ανθρώπινη τραγωδία, ένα ατύχημα (που θα μπορούσε να συμβεί πχ μετά από ένα αεροπορικό δυστύχημα) έφερε το κράτος στο χείλος της οικονομικής καταστροφής. Το μέγεθος της καταστροφής θα ήταν βεβαιότατα πολλαπλάσιο εάν το ενεργειακό κέντρο ήταν σε λειτουργία.
Δυστυχώς, στις εκάστοτε αποφάσεις της Πολιτείας επικράτησε μέχρι τώρα η εξισορρόπηση συμφερόντων που ουδεμία σχέση είχαν ή έχουν με τους πιο κάτω στόχους μιας βέλτιστης πολιτικής.
Η Κύπρος χρειάζεται εδώ και τώρα μια πολυ-επίπεδη πολιτική που
- θα διασφαλίσει επιχειρησιακή συνέχεια τόσο για τις επιχειρήσεις παραγωγής όσο και για τους καταναλωτές μέσω εξουδετέρωσης ή τουλάχιστον ελαχιστοποίησης του κινδύνου απώλειας δυναμικότητας παραγωγής και της εξάρτησης από προμηθευτές του εξωτερικού.
- θα προσδιορίσει ένα συνδυασμό ενεργειακών πηγών και καυσίμων που θα εξασφαλίσει τη βέλτιστη παραγωγή για τα επόμενα 2 – 30 χρόνια.
- θα καθορίσει ένα σύστημα κατανεμημένης παραγωγής ενέργειας με ταυτόχρονη γεωγραφική κατανομή σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργεια
- θα ελαχιστοποιήσει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις κ
- θα εξασφαλίσει το ελάχιστο κόστος για την οικονομία του τόπου και την ελάχιστη τιμή για του καταναλωτές.
Στο άρθρο αυτό θα παρουσιάσουμε επιγραμματικά τις σημαντικότερες πτυχές μιας τέτοιας πολιτικής.
Επιχειρησιακή συνέχεια
- Αξιοποίηση ενός συνδυασμού διάφορων πηγών, όπως υγρών και αέριων ορυκτών καυσίμων και αιολικής και ηλιακής ενέργειας (ΑΠΕ).
- Ιδιοκτησιακό μοντέλο παραγωγής που θα εξασφαλίζει ικανές επενδύσεις, βέλτιστη διεύθυνση, ικανό ανταγωνισμό, συνεχή καινοτομία και το χαμηλότερο δυνατό κόστος για την οικονομία του τόπου.
- Ελαχιστοποίηση της εξάρτησης από προμηθευτές ώστε να διασφαλίζεται η συνέχεια της παροχής, η σταθερότητα του κόστους και ακόμη η πολιτική συμμαχία ή τουλάχιστον ουδετερότητα.
Ενεργειακές πηγές
Οι διάφορες ενεργειακές πηγές απαιτούν διαφορετικές μεθόδους και χώρους αποθήκευσης και γεωγραφικές θέσεις εγκατάστασης των αντίστοιχων σταθμών παραγωγής.
Οι πηγές που προσφέρονται για την Κύπρο, λόγω μεγέθους, θέσης και κλίματος, αποκλείουν τα πυρηνικά καύσιμα και το κάρβουνο και περιορίζονται στις ακόλουθες:
(1) Το μαζούτ και το πετρέλαιο που επιβαρύνουν σημαντικά το περιβάλλον εκλύοντας κατά την καύση τους βλαβερά καυσαέρια, έχουν χαμηλή απόδοση σε σύγκριση με τα αέρια ορυκτά καύσιμα, έχουν τιμή που είναι πολύ ασταθής και επηρεάζεται από πολιτικές καταστάσεις, από τις κλιματολογικές συνθήκες και τη διακύμανση της κατανάλωσης.
(2) Το φυσικό αέριο που επιβαρύνει πολύ λιγότερο το περιβάλλον, έχει σταθερότερη τιμή, αφού βρίσκεται σε αυξανόμενη αφθονία (κυρίως εάν η Κύπρος διαθέτει δικά της αποθέματα) και ψηλότερη απόδοση, που μπορεί να φθάσει στο διπλάσιο της αντίστοιχης των υγρών ορυκτών καυσίμων.
(3) Η αιολική ενέργεια που απαιτεί ταχύτητες ανέμου που να υπερβαίνουν τα 6,5-7 μέτρα το δευτερόλεπτο, οι οποίες απαντώνται σε πολύ μικρές λοφώδεις περιοχές της Κύπρου σε τέτοια διάρκεια, ώστε να αιτιολογούν την αναγκαία κεφαλαιουχική δαπάνη. Πετυχαίνουν ανταγωνιστικό κόστος μόνο με επιπρόσθετη επιδότηση από το κράτος. Έτσι, η μέγιστη επίγεια χρήση θα εξαντληθεί πολύ σύντομα. Εναπομένει βέβαια, αν αποδειχθεί οικονομικά συμφέρουσα, μεγάλη δυνατότητα παράκτιας εγκατάστασης ανεμογεννητριών.
(4) Η ηλιακή ενέργεια που προσφέρεται δωρεάν για παραγωγή ηλεκτρισμού τόσο μέσω φωτοβολταϊκών σταθμών όσο και μέσω ηλιοθερμικών. Οι φωτοβολταϊκοί έχουν το πλεονέκτημα ότι απαιτούν πολύ λιγότερη και άρα φθηνότερη συντήρηση. Αμφότερες οι μέθοδοι απαιτούν σχετικά μεγάλα εμβαδά, τα οποία η Κύπρος διαθέτει σε πολύ χαμηλή τιμή σε άγονες εκτάσεις της υπαίθρου και δωρεάν στις στέγες των βιομηχανικών, εμπορικών και οικιακών της οικοδομών.
(5) Καινοτόμες χρήσεις βιομάζας, γεωθερμίας κά. Η βιομάζα αναφέρεται στη χρήση οργανικών καταλοίπων από κτηνοτροφικές βιομηχανίες και σταθμούς βιολογικής επεξεργασίας αποβλήτων για την παραγωγή ενέργειας. Η χρήση γεωθερμικής ενέργειας στην Κύπρο αναφέρεται στην εκμετάλλευση της διαφοράς θερμοκρασίας της επιφάνειας με τη θερμοκρασία του υπεδάφους για τη μείωση του ενεργειακού φόρτου σε κτήρια.
Το μειονέκτημα των ΑΠΕ, αιολικής και ηλιακής, συνίσταται στο χρονικό περιορισμό τους στις περιόδους ανέμων ικανής ταχύτητας και ηλιοφάνειας, αντίστοιχα. Από την άλλη, η τεχνολογική ανέλιξη και των δύο είναι ταχύτατη και καθίσταται κάθε μέρα και πιο ανταγωνιστική. Το μειονέκτημα αντιμετωπίζεται με τη χρήση περιστρεφόμενης εφεδρείας και τη μετατροπή πλεονάζουσας ηλεκτρικής ενέργειας σε άλλες μορφές ενέργειας, όπως πχ σε δυναμική με την πλήρωση υπερυψωμένων φραγμάτων, και την επαναμετατροπή της σε ηλεκτρική αργότερα μόλις αυξηθεί η ζήτηση.
Οι διάφορες ενεργειακές πηγές έχουν διαφορετική απόδοση και άρα απαιτούν διαφορετικό προγραμματισμό, σχεδιασμό και διαχείριση. Επίσης απαιτούν τη μετατροπή του δικτύου μεταφοράς σε ένα ευφυές δίκτυο (smart grid), που να μπορεί να αντεπεξέλθει στις πιθανές απότομες αυξομειώσεις της κατανεμημένης παραγωγικής ικανότητας και που θα τυγχάνει αποτελεσματικής διαχείρισης από τον ανεξάρτητο Διαχειριστή Μεταφοράς.
Γεωγραφική κατανομή και Κατανεμημένη Παραγωγή Ενέργειας
Η βέλτιστη απόδοση εμπορικών σταθμών παραγωγής επιτυγχάνεται σήμερα σε μικρούς ηλεκτροπαραγωγούς σταθμούς φυσικού αερίου υγροποιημένης μορφής, μεγέθους 30-50MW.
Οι σταθμοί αυτοί ιδεωδώς εγκαθίστανται κοντά σε μεγάλους καταναλωτές ενέργειας, όπως είναι ξενοδοχεία, εργοστάσια, εμπορικά κέντρα, μονάδες αφαλάτωσης (έτσι διασφαλίζεται η παροχή φθηνότερου νερού!), αλλά και πυκνές συγκεντρώσεις κατοικιών, που απαιτούν σημαντικές ποσότητες ψυκτικής και θερμικής ενέργειας, πέρα από την ηλεκτρική.
Σ’ αυτούς, πέρα από την ηλεκτρική ενέργεια, είναι δυνατή η αξιοποίηση σημαντικού μέρους της ψυκτικής ενέργειας αποϋγροποίησης του φυσικού αερίου και της θερμότητας των καυσαερίων με αποτέλεσμα να επιτυγχάνονται αποδόσεις μέχρι και 80%. Οι αποδόσεις αυτές είναι διπλάσιες από τους συμβατικούς απομακρυσμένους σταθμούς παραγωγής, όπου η θερμική ενέργεια χάνεται στην ατμόσφαιρα από τις καπνοδόχους και η ψυκτική στο περιβάλλον, πχ στη θάλασσα, με προφανείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Η Κύπρος μπορεί κάλλιστα να εγκαταστήσει 5 – 10 μικρούς σταθμούς συνολικής ισχύος 200 – 300 MW!
Πέρα από τις πιο πάνω παραμέτρους που επηρεάζουν τον ενεργειακό γεωγραφικό χάρτη, σημαντικός παράγοντας πολιτικής είναι η αποδοχή της εγκατάστασης από τις κοινότητες στα εδάφη των οποίων θα εγκατασταθούν οι χώροι αποθήκευσης και οι σταθμοί παραγωγής. Σημειώνεται εδώ πως το υγροποιημένο αέριο δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο και δεν αναφλέγεται εύκολα. Επικίνδυνο είναι το καύσιμο σε αέρια μορφή. Όταν αυτό γίνει κατανοητό απομονωμένες και ορεινές περιοχές και βιομηχανικά συγκροτήματα θα γίνουν πρωταγωνιστές στη χρήση του συνδυασμένου αυτού κύκλου παραγωγής ενέργειας διότι θα τους εξασφαλίζει ταυτόχρονα ψύξη, θέρμανση και ηλεκτρική ενέργεια σε συγκριτικά πολύ χαμηλότερο κόστος.
Σημαντική παράμετρος στη διαμόρφωση της γεωγραφικής κατανομής της παραγωγής είναι η διασφάλιση της επιχειρησιακής συνέχειας, μέσω ελαχιστοποίησης των επιπτώσεων φυσικών και μη καταστροφών, όπως είναι οι σεισμοί, το τσουνάμι, οι πλημμύρες και οι τρομοκρατικές και εχθρικές δολιοφθορές και τα . . . ατυχήματα εξ αμελείας!
Είναι εμφανές ότι για πλείστους λόγους δεν ενδείκνυται και πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία η συγκέντρωση της αποθήκευσης ορυκτών καυσίμων και της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Απεναντίας, ενδείκνυται η γεωγραφική διασπορά τους και η αξιοποίηση του φυσικού αερίου και των ΑΠΕ.
Περιβαλλοντικές επιπτώσεις
Η επιλογή του βέλτιστου συνδυασμού ενεργειακών πηγών και γεωγραφικής κατανομής της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας οφείλει να στοχεύει
- στην ελαχιστοποίηση των εκπομπών βλαβερών αερίων και
- στην ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων στις κοινότητες με τις οποίες θα γειτνιάζουν οι σταθμοί παραγωγής.
Είναι εμφανής και πάλι η υπεροχή του φυσικού αερίου και των ΑΠΕ.
Ελαχιστοποίηση κόστους και τιμή
- Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι το κόστος παραγωγής δεν θα επιβαρύνεται δυσανάλογα από το κόστος του δημόσιου ιδιοκτησιακού κεφαλαίου και των αντίστοιχων λειτουργικών δαπανών, που τείνουν να είναι πάντοτε σημαντικά ψηλότερα από τα αντίστοιχα ιδιωτικά.
- Οι διατιμήσεις της ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να εποπτεύονται στενά από μια ικανή Αρχή, τη ΡΑΕΚ, ώστε να χρεώνεται ο καταναλωτής δίκαια και να αποφεύγεται η εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης ή και ευνοϊκών συνθηκών και η διεπιδότηση.
Δυστυχώς, ενώ η κρατική ΑΗΚ έχει τους καλύτερους ενεργειακούς μηχανικούς της Κύπρου, παρουσιάζει μόνιμα διευθυντική και διοικητική αδυναμία η οποία σε μεγάλο βαθμό της επιβάλλεται για καθαρά πολιτικούς και όχι αξιοκρατικούς λόγους στο διορισμό των Διοικητικών Συμβουλίων. Αδυναμία που σε συνδυασμό με τη συντηρητική στάση των συντεχνιών και την ακαμψία του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας της έχει ως αποτέλεσμα τη χαμηλή παραγωγικότητα, το ψηλό κόστος και τη μειωμένη ασφάλεια παραγωγής, που καθιστούν την επιχείρηση μη ανταγωνιστική.
Μετά το ατύχημα στο Βασιλικό παρατηρείται μια σημαντική στροφή στην παραγωγή ενέργειας από ιδιώτες. Έμμεσα λοιπόν η ΑΗΚ άρχισε να χάνει το μονοπωλιακό της καθεστώς. Επιβάλλεται λοιπόν, εκ των πραγμάτων, η άμεση μετοχοποίηση και σταδιακή ιδιωτικοποίηση της ΑΗΚ. Μόνον έτσι θα επιτευχθεί διοικητική και διευθυντική αποτελεσματικότητα και καινοτομία, ιδιαίτερα αν συμμετάσχει στο κεφάλαιο της μεγάλος στρατηγικός επενδυτής – πχ μια μεγάλη ευρωπαϊκή επιχείρηση παραγωγής ηλεκτρισμού. Αυτό θα μειώσει και το δημόσιο χρέος, που σήμερα είναι ήδη δυσβάστακτο και το κόστος δανεισμού της ΑΗΚ, που αναμένεται να είναι δυσθεώρατο!
Παράλληλα, θα πρέπει να δοθούν κίνητρα για την αύξηση του ανταγωνισμού στην παραγωγή ΗΕ με τη δραστηριοποίηση ιδιωτών επενδυτών τόσο στις ΑΠΕ όσο και στη χρήση φυσικού αερίου.
Δεν πρέπει να επιτραπεί στην ΑΗΚ να αποκτήσει και πάλι τόσο μεγάλη συνολική ικανότητα παραγωγής ούτε φυσικά και να την επανεγκαταστήσει στο Βασιλικό. Κάτι τέτοιο θα ήταν εγκληματικό αφού θα καταστρατηγούσε όσα αναπτύξαμε πιο πάνω και θα επιβάρυνε απαράδεκτα την οικονομία του τόπου.
Θα κλείσουμε το άρθρο μας αυτό, καλώντας την Πολιτεία –Κυβέρνηση και Βουλή με την υποστήριξη των πολιτικών κομμάτων και των συντεχνιών – να προχωρήσει αμέσως στη διαμόρφωση μιας σύγχρονης ευφάνταστης ενεργειακής πολιτικής. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με ένα σύστημα ανάλυσης, σχεδιασμού και λήψεως αποφάσεων διαφορετικό από αυτό που ακολουθούμε μέχρι τώρα.
*Καθηγητής Μηχανολογίας, τέως Κοσμήτορας Πολυτεχνικής Σχολής Πανεπιστημίου Κύπρου
**Δημοσιεύτηκε στο Φιλελεύθερο τον Αύγουστο του 2011